Σάββατο 30 Απριλίου 2011

Παγκόσμια Ημέρα Νεφρού


Χρόνο με το χρόνο υποδεχόμαστε στον Σύλλογό μας ολοένα και μεγαλύτερο αριθμό συνανθρώπων μας που καταλήγουν με νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου. Σύμφωνα με επίσημα άλλωστε στατιστικά στοιχεία, εκτιμάται ότι στη χώρα μας οι νεφροπαθείς ασθενείς γενικά, ανέρχονται στο 10 περίπου τοις εκατό του συνολικού πληθυσμού. Η συνεχής αύξηση του αριθμού των νεφροπαθών ακολουθεί την πορεία μεταστροφής της ελληνικής κοινωνία και του συνακόλουθου τρόπου ζωής μας που γίνεται ολοένα και πιο «δυτικότροπος». Άλλωστε η υπέρταση και ο διαβήτης τύπου ΙΙ, κατ’ εξοχήν πολιτισμικές ασθένειες, ευθύνονται σχεδόν για το 70% των περιστατικών χρόνιας νεφρικής ανεπάρκειας τελικού σταδίου. Το 2008, οι καταγεγραμμένοι ασθενείς με χρόνια νεφρική νόσο τελικού σταδίου στην Ελλάδα ανέρχονταν σε 11.606.
Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε πως τα τελευταία χρόνια η ποιότητα ζωής και περίθαλψης των νεφροπαθών έχει βελτιωθεί σημαντικά. Πέρα από τις αμιγώς τεχνολογικές εξελίξεις σε φίλτρα, μηχανήματα και φάρμακα, η αύξηση των μονάδων αιμοκάθαρσης και η επικοινωνία των προβλημάτων μας στο κοινωνικό σύνολο αποτελούν σημαντικές θετικές εξελίξεις για εμάς. Σημαντικότατα προβλήματα ωστόσο, που πολύ φοβόμαστε ότι θα οξυνμept-Language: el
User-Agent: Mτά την πορεία μας στον οικονομικό λαβύρινθο τον οποίον βαδίζουμε, παραμένουν άλυτα. Η έλλειψη νεφρολόγων και νοσηλευτικού προσωπικού στις δημόσιες μονάδες αιμοκάθαρσης, τα οικονομικά και γραφειοκρατικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε καθημερινά στις συχνές επαφές μας με τα ασφαλιστικά ταμεία, οι δυσκολίες στις μετακινήσεις μας και τα προβλήματα στην προμήθεια των απαραίτητων για τη ζωή μας φαρμάκων και υλικών είναι μερικά μόνο από αυτά. Θα μας ενδιέφερε επίσης να μάθουμε σε ποιο βαθμό η οικονομική κρίση έχει επηρεάσει την έρευνα στον χώρο της νεφροπάθειας.
Η οικονομική κρίση βέβαια επηρεάζει τις συνθήκες ζωής των νεφροπαθών και πέρα από το στενό χώρο της υγείας. Όταν μια ολόκληρη κοινωνία βρίσκεται υπό συνθήκες πίεσης, οι αδύναμοι κρίκοι είναι αυτοί που υποχωρούν πρώτοι. Σήμερα δημιουργούνται συνθήκες τέτοιες που είναι αναπόφευκτο να οδηγήσουν σε περαιτέρω περιθωριοποίηση των χρόνια πασχόντων. Τα προβλήματα εκπαίδευσης και απασχόλησης των νεφροπαθών έχουν οξυνθεί, ενώ τα εισοδήματα των οικογενειών που καλούνται να αντιμετωπίσουν το αυξημένο λόγω αναπηρίας κόστος διαβίωσης έχουν μειωθεί δραματικά. Είναι προφανές πως θα πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα προστασίας του εισοδήματος των αναπήρων και να αναληφθούν δράσεις που θα σπάσουν την απομόνωση και θα βοηθήσουν την κοινωνική μας ένταξη. Η ανάγκη για ακόμα ισχυρότερα κοινωνικά δίκτυα είναι σήμερα μεγαλύτερη από ποτέ, καθώς η ελληνική οικογένεια, που παραδοσιακά στηρίζει τα αδύναμα μέλη της, δυσκολεύεται ολοένα και περισσότερο να απορροφήσει τους κραδασμούς της σημερινής κοινωνικής και οικονομικής κρίσης. Θεωρούμε πως οι θερμές ανθρώπινες σχέσεις που, λόγω της χρόνιας φύσης της αναπηρίας μας, έχουν αναπτυχθεί μεταξύ ασθενών γιατρών και νοσηλευτών, αποτελεί ενθαρρυντικό στοιχείο για την υπέρβαση στην πράξη απλοϊκών σχημάτων που θέλουν τους νεφροπαθείς χρήστες-καταναλωτές παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας.
Δε θα μπορούσαμε ωστόσο εδώ να μην αναφερθούμε στο καυτό θέμα των μεταμοσχεύσεων, ένα θέμα που αφορά τις ζωές όλων μας και που δυστυχώς έχει πάρει μια απογοητευτική για εμάς τροπή. Φαίνεται πως η οικονομική κρίση επιδρά ανασταλτικά και στην προσφορά οργάνων, καθώς οι περυσινές μεταμοσχεύσεις καταγράφουν αρνητικό ρεκόρ δεκαετίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΟΜ, το 2010 έγιναν μόλις 135 επεμβάσεις, λιγότερες ακόμη κι από το 2001, το πρώτο έτος αναφοράς του ΕΟΜ, που είχαν ανέλθει σε 186. Η αισιοδοξία του 2008, έτος ρεκόρ για τις μεταμοσχεύσεις μετά από μια δεκαετή ανοδική πορεία που είχε προηγηθεί, οδήγησε στην αναστροφή της τάσης το 2009 και την κατακρήμνιση του αριθμού των μεταμοσχεύσεων το 2010, ενώ τα μηνύματα από τους πρώτους μήνες του 2011 συνεχίζουν να είναι αποθαρρυντικά. Είναι δύσκολο να φανταστούμε πόσο πιο απογοητευτικά θα μπορούσαν να είναι τα πράγματα στο χώρο των μεταμοσχεύσεων.  Ωστόσο, το πρόβλημα δε φαίνεται να οφείλεται αποκλειστικά στη μείωση του κοινωνικού ενδιαφέροντος για προσφορά οργάνων. Στις τελευταίες συνεδριάσεις της διοίκησης του ΕΟΜ διατυπώθηκαν ερωτήματα σχετικά με την αδράνεια του Οργανισμού τα προηγούμενα χρόνια και τις κακές σχέσεις του με το ΚΕΣΥ. Ερωτήματα διατυπώθηκαν επίσης για τη στάση των γιατρών στις μονάδες εντατικής θεραπείας και ειδικότερα για το εάν έχουν τη θέρμη των προηγούμενων χρόνων στην προσέγγιση των συγγενών των ασθενών. Είναι προφανές ότι πέρα από την ανάδειξη του θέματος των μεταμοσχεύσεων στα ΜΜΕ και την περεταίρω ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης, είναι απαραίτητη η βελτίωση των συνθηκών περίθαλψης στις ΜΕΘ και η δημιουργία εξειδικευμένων ομάδων που θα είναι σε θέση να προσεγγίσουν με σωστό τρόπο τους συγγενείς των υποψηφίων δοτών. Όσο υπάρχουν ωστόσο συνάνθρωποί μας που αναγκάζονται να απευθυνθούν ακόμη και σε βουλευτές προκειμένου να εξασφαλίσουν ένα κρεβάτι εντατικής για το συγγενή τους που πεθαίνει, η καχυποψία και ο αρνητισμός τους να συναινέσουν στην αφαίρεση των οργάνων του θα παραμένει, όσοι ειδικοί κι αν τον προσεγγίσουν.
     Για τον παραπάνω λόγο θεωρούμε πως η βελτίωση των συνθηκών νοσηλείας στις ΜΕΘ και η δημιουργία ενός κλίματος σταθερότητας και ασφάλειας για όσους νοσηλεύονται σε αυτές, αποτελεί προαπαιτούμενο οποιασδήποτε περαιτέρω σχετικής δράσης. Άλλες σημαντικές κινήσεις που απαιτούνται είναι η αναθεώρηση και ο εκσυγχρονισμός του Ν.2737/99 περί μεταμοσχεύσεων, η επαναξιολόγηση των κριτηρίων του εγκεφαλικού θανάτου και ο καλύτερος συντονισμός των νοσοκομείων της χώρας για την καταγραφή και τον έλεγχο καταλληλότητας των δυνητικών δοτών, ώστε να γνωρίζουμε με ακρίβεια πόσα μοσχεύματα «χάνονται» ετησίως. Με δεδομένη την οικονομική κρίση είναι περισσότερο επιτακτική από ποτέ, η ανάγκη να επενδύσουμε σοβαρά στον τομέα των μεταμοσχεύσεων με ένα σχέδιο άμεσων μέτρων που θα συντονίσει την εργασία όλων των συντελεστών στο σύστημα μεταμοσχεύσεων της χώρας. Τα μέτρα είναι γνωστά και δοκιμασμένα. Δε χρειάζεται να «ανακαλύψουμε τον τροχό», απλά να ακολουθήσουμε το επιτυχημένο παράδειγμα άλλων χωρών, άμεσα συγκρίσιμων με την Ελλάδα (6,3 δότες α.ε.π.), όπως η Τσεχία (19 δότες α.ε.π.), η Πορτογαλία (31 δότες α.ε.π.) ή το Βέλγιο (26,4 δότες α.ε.π.) που το 2009 σημείωσαν εκπληκτική αύξηση σε αριθμό μεταμοσχεύσεων και δότες. Στις σημερινές οικονομικές συνθήκες λοιπόν, που αναζητούνται απεγνωσμένα λύσεις ανάπτυξης, εξοικονόμησης πόρων και περιστολής δημοσίων δαπανών, η επένδυση σε ένα σύγχρονο σύστημα μεταμοσχεύσεων είναι σε θέση να σώσει χιλιάδες ανθρώπινες ζωές και να επιφέρει όφελος εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ στη δοκιμαζόμενη εθνική μας οικονομία.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου