Η
Σούζαν Σόνταγκ το 1978, με αφετηρία την εμπειρία της ως ασθενούς και αφού έχει
βρεθεί, εξαιτίας αυτού, στο επίκεντρο του συστήματος υγείας, γράφει το δοκίμιο
«Η νόσος ως μεταφορά». Στο δοκίμιο αυτό κάνει μια ανάλυση των μεταφορών
που χρησιμοποιούνται για να νοηματοδοτήσουν ορισμένες ασθένειες και φτάνει σε
μια κατανόηση των πραγματικών συνεπειών που έχουν αυτές οι μεταφορές στις ζωές
των ανθρώπων, ασθενών και υγιών.
Μεταφορές
δε χρησιμοποιούνται για κάθε ασθένεια, όπως επίσης δεν είναι όλες οι μεταφορές
επικίνδυνες και προβληματικές. Η Σόνταγκ μελετάει τις μεταφορές που
χρησιμοποιούνται, ή έχουν χρησιμοποιηθεί, για τη φυματίωση και τον καρκίνο, δύο
ασθένειες που έχουν σε διαφορετικές ιστορικές συγκυρίες λάβει την ίδια θέση στη
δομή του συστήματος κοινωνικής οργάνωσης. Τοποθετώντας τη φυματίωση, τον
καρκίνο και τις μεταφορές τους δίπλα δίπλα καθρεφτίζει το ρόλο των ασθενειών
αυτών στη διαμόρφωση της αντίληψης για το κοινωνικό σώμα.
Η
λέπρα και η φυματίωση παλαιότερα, όσο και ο καρκίνος ή το aids σήμερα, έπαιξαν και παίζουν το ρόλο
μιας νόσου που τρομοκρατεί τους ανθρώπους και τους κάνει να νιώθουν
ανυπεράσπιστα θύματα. Αυτό το ρόλο δεν μπορεί να τον παίξει κάθε ασθένεια, και
όπως η Σόνταγκ υποστηρίζει, η κοινωνία σε κάθε δεδομένη στιγμή «είναι δύσκολο να
έχει περισσότερες από μία νόσους που να ταυτίζεται με το κακό και να ρίχνει το
φταίξιμο στα θύματα». Τέτοιες ασθένειες διαδέχονται, συνεπώς, η μία την άλλη
(όταν εκθρονίσθηκε η φυματίωση πήρε τη θέση της ο καρκίνος). Μπορεί κάθε
ασθένεια να παίξει αυτό το ρόλο; Η ιστορία δείχνει ότι υπάρχουν κάποιοι
παράγοντες που πρέπει να πληρούνται, για να αποκτήσει μία νόσος τέτοια
χαρακτηριστικά. Από τη μια πλευρά, η νόσος πρέπει να είναι επιστημονικά
«ανεξήγητη», πράγμα που της επιτρέπει να γίνεται αντιληπτή από τον άνθρωπο ως
«μυστηριώδης» και «αδίστακτη». Η αδυναμία κατανόησης, γνώσης, άρα και ελέγχου,
ωθεί τις κοινωνίες να αντιμετωπίζουν αυτές τις νόσους με δέος. Βασικός, επίσης
παράγοντας είναι να έχει η νόσος, από κάποιο σημείο της εξέλιξής της και
έπειτα, ορατά συμπτώματα στο σώμα, με μορφή εκφυλισμού του και γενικότερης
κατάρρευσης. Αυτό το δέος μοιάζει να εκτονώνεται πάνω στους ίδιους τους
ασθενείς και στα σώματά τους. Τα σώματα των ασθενών γίνονται οι «μιαρές»
περιοχές του συνολικού κοινωνικού σώματος. Ο στιγματισμός αυτός σημαίνει
περιθωριοποίηση και, όπως σε κάθε περιθώριο, επιβάλλεται ντροπή, αποσιώπηση και
κρύψιμο. Αυτός ο μηχανισμός ελέγχου ταυτίζει ασθένεια με ασθενείς και αποδίδει
στους νοσούντες την ευθύνη της ίδιας της ύπαρξης της νόσου.
Η
Σούζαν Σόνταγκ στο «Η νόσος
ως μεταφορά» επισημαίνει ότι η ανακάλυψη του βακίλου και της
αντιβίωσης είχε ως αποτέλεσμα να πάψει η φυματίωση να είναι ανεξήγητη και
μυστηριώδης. Η ιατρική αποκτά τελικά έλεγχο πάνω της και μπορεί να την
αντιμετωπίσει. Τότε έρχεται ο καρκίνος να πάρει τη θέση της. Η Σόνταγκ
αναγνωρίζει επίσης κάποιες διαφορές μεταξύ των νοημάτων που συνδέθηκαν με τις
δύο ασθένειες. Η φυματίωση, από την μια είχε υποστεί κοινωνική
«ρομαντικοποίηση» και συνδέθηκε με τη μελαγχολία, τη λυρικότητα, την ευαισθησία,
το πάθος. Αυτό βέβαια δεν απέτρεψε την απομόνωση των ανθρώπων που νόσησαν, λόγω
του φόβου, που έγινε ακλόνητος μύθος, ότι μεταδίδεται κληρονομικά ή ότι
μεταδίδεται μέσω του αέρα. Αντίθετα, ο καρκίνος δεν συνδέθηκε με ανήσυχα
πνεύματα, αλλά με οδυνηρά συναισθήματα: καταπίεση, ανικανότητα ικανοποίησης,
απόγνωση, αλλοτρίωση, τραύμα.
Μία
από τις κυρίαρχες μεταφορές που έχουν χρησιμοποιηθεί για τον καρκίνο είναι η
στρατιωτική μεταφορά: Το σώμα δέχεται «εισβολή», οπότε η μόνη αντιμετώπιση
είναι η «αντεπίθεση». Τα καρκινικά κύτταρα είναι «ύπουλα» και «οργανώνουν
επιθέσεις» εναντίον του οργανισμού. Η αντιμετώπιση είναι η «ανίχνευση» και ο
«βομβαρδισμός» τους με χημικές ουσίες (χημικός πόλεμος), ώστε να «εξοντωθούν».
Τελική έκβαση είναι η ήττα ή η νίκη στη «μάχη με τον καρκίνο». Μέσω αυτής της
μεταφοράς η νόσος γίνεται αντιληπτή ως εχθρός, στον οποίο η κοινωνία απαντά με
πόλεμο. (Μπορούμε να δούμε την ιδέα του πόλεμου ενάντια στον καρκίνο, σε
αντιστοιχία με τον πόλεμο ενάντια στην τρομοκρατία, που έχουν κηρύξει τα δυτικά
κράτη.) Οι όγκοι ονομάζονται καλοήθεις ή κακοήθεις και η θεραπεία μοιάζει με
εξορκισμό. Άλλες πάλι μεταφορές θέλουν τον καρκίνο να είναι η απάντηση της
φύσης στον τεχνοκρατικό πολιτισμό. Μια μοντέρνα θεία τιμωρία για τη διεφθαρμένη
μοντέρνα κοινωνία.
Στην
άλλη όψη του νομίσματος των μεταφορών βρίσκουμε μεταφορές που χρησιμοποιούν τον
καρκίνο για να περιγράψουν επιλογές/ καταστάσεις/ πολιτικές διαδικασίες και να
τις παρουσιάσουν ως τρομακτικές και επικίνδυνες. Με ένα γρήγορο και επιφανειακό
ψάξιμο στο ίντερνετ βρίσκουμε τα εξής παραδείγματα τέτοιων μεταφορών: Αυτό το εβραίικο καρκίνωμα δεν
εισχώρησε μόνο στον Χριστιανισμό και τον Μουσουλμανισμό αλλά από ανέκαθεν
μόλυνε την ανθρώπινη ύπαρξη στο σύνολο της/ οι Βρετανικές Βάσεις είναι ένα
καρκίνωμα στο κορμί της Κύπρου/ Το Κουρδικό αποτελεί καρκίνωμα, το οποίο θα
εκθέτει την τουρκία συνεχώς περισσότερο/ η εβραϊκή ψυχική και πνευματική χολέρα
δημιούργησε αυτό το νοητικό καρκίνωμα που μολύνει ολόκληρο τον κόσμο/ ο Τζορτζ
Μπους χαρακτήρισε το ιρακινό καθεστώς "καρκίνωμα" το οποίο θα πρέπει
να ξεριζωθεί./ Καρκίνωμα για τη Θεσσαλονίκη η υποθαλάσσια/ Δεν πάει πολύς
καιρός που ο Steve Ballmer αποκαλούσε το linux καρκίνωμα/ ξεφορτώθηκε το
καρκίνωμα που λέγεται παπαδαριό/ Τα αυτοκίνητα σαν καρκίνωμα άρχισαν να
απλώνονται παντού/ Το πρόβλημα του Kοσσυφοπεδίου έχει εξελιχθεί σε βαλκανικό
καρκίνωμα. Ένα καρκίνωμα του οποίου τα πρώτα θύματα δεν θα είναι μόνο οι
Σέρβοι, αλλά και οι δυτικές δυνάμεις που θα θελήσουν να εμπλακούν στην
«εγχείρηση».
Στις
παραπάνω προτάσεις παρατηρούμε δύο εντυπωσιακά στοιχεία: μια τρομακτική
ομοιότητα και μια ουσιαστική διαφορά. Από την μια ο καρκίνος χρησιμοποιείται σε
όλες τις προτάσεις ως συνώνυμο του κινδύνου, της απειλής, του προβλήματος, του
εμποδίου, της καταστροφής. Και από την άλλη, οι πολιτικές θέσεις που εκφέρονται
μέσα από τις προτάσεις χαρακτηρίζουν ποικίλες, διαφορετικές και συχνά
αντιθετικές μεταξύ τους ιδεολογίες. Η ομοιότητα των προτάσεων επιβεβαιώνει ότι
ο καρκίνος αντιπροσωπεύει το απόλυτο κακό ενώ η διαφορά τους φανερώνει την
οικουμενικότητα αυτής της αντίληψης, την οποία μοιράζονται διαφορετικά
κοινωνικά και πολιτικά στρώματα.
Οι
μεταφορές, όπως περιγράφηκαν παραπάνω, κατασκευάζονται και κατασκευάζουν με τη
σειρά τους, σε ένα φαύλο κύκλο, τη διαχείριση της ασθένειας, το ρόλο της
ιατρικής επιστήμης, το στάτους των ασθενών. Δεν επιτρέπουν την αντιμετώπιση του
καρκίνου απλώς ως μιας νόσου, αλλά τον μετατρέπουν σε κατάρα, τιμωρία,
αδιέξοδο, θανατική καταδίκη. Με άλλα λόγια, μέσω των μεταφορών αποδίδεται νόημα
στον καρκίνο, στην ασθένεια γενικότερα. Η νόσος δεν καταγράφεται (στο συλλογικό
μας ασυνείδητο) ως σωματική κατάσταση, παρά καταγράφεται και αντιμετωπίζεται
σαν εμπόλεμη κατάσταση. Οι ασθενείς εμφανίζονται άλλοτε ως συνένοχοι της
σύρραξης, της κατάστασης πολέμου/ έκτακτης ανάγκης και άλλοτε ως παράπλευρες
απώλειες ενός πολέμου που έχει κηρύξει η κοινωνία και έχει για τον σκοπό αυτό
επιστρατεύσει την ιατρική. Σίγουρα πάντως η στρατιωτική μεταφορά και οι συνοδοί
της παράγουν μια ηθική, για την οποία οι νοσούντες πρέπει να παραδέχονται ότι
δεν γνωρίζουν τίποτα και να εμπιστεύονται άνευ όρων όσους και όσες έχουν
χριστεί ειδικοί. Και οι ειδικοί με την σειρά τους, πρέπει να καταλαβαίνουν το
ρόλο τους σαν σωτήρα, σαν καθολικά υπευθύνου για την έκβαση των μαχών.
Αυτή
η ανάγνωση των μεταφορών ως μηχανισμών απόδοσης νοήματος είναι το σημείο από το
οποίο μπορούμε να ξεκινήσουμε να βλέπουμε με ποια μέσα η ιδεολογία καταφέρνει
να εγγράφεται στα σώματά μας και να τα κάνει μέσα για την αναπαραγωγή της. Η
στρατιωτική μεταφορά αναπαράγει την ιδεολογία που επιμένει να βλέπει τιμωρούς
και αμαρτωλούς (όπως η χριστιανική ιδεολογία και ηθική), να βλέπει την ιστορία
σαν μία σειρά καταστροφολογικών γεγονότων, να καταλαβαίνει τη σχέση μεταξύ
ανθρώπων και πολιτισμών με μοναδικό εργαλείο την τρομολαγνεία. Ποιος απειλεί
ποιον; Το σώμα μοιάζει ευάλωτο. Η νόσος ως άλλος τρομοκράτης το απειλεί.
Απειλεί την ασφάλεια της ατομικότητάς. "Το δράμα το ζω εγώ". Είμαι
ασφαλής μόνο εκεί που ελέγχω όλες τις συνθήκες. Εκεί που είμαι μόνος. Μόνη. Λες
και μπορεί να υπάρξει αυτή η συνθήκη! Λες και αυτή η συνθήκη προφυλάσσει το
σώμα από τη θνητότητά του. Λες και μπορούμε να αποφύγουμε όλοι οι υπόλοιποι/ες
το θάνατο, αν απονείμουμε τον τίτλο τιμής του θνητού στους καρκινοπαθείς.
Η
Σόνταγκ με τα δοκίμιά της (το 1988, γράφει ένα δεύτερο δοκίμιο με τίτλο «Το aids και οι μεταφορές του»)
προσπάθησε, μεταφράζοντας την εμπειρία της ως ασθενούς, να φανταστεί μια άλλη
ηθική, που δεν θα βλέπει το σώμα σαν πεδίο μάχης. Και αυτή την προσπάθεια
θέλουμε να συνεχίσουμε εμείς συζητώντας την εμπειρία της ασθένειας, είτε ως
ασθενείς είτε ως υγιείς. Προσπαθούμε να ξετρυπώσουμε όλους τους λόγους που
έχουν φορτωθεί πάνω στον καρκίνο, πάνω στα σώματα των ασθενών και πάνω στις
ευθύνες των ιατρών, να καταλάβουμε τις πραγματικές συνέπειες αυτών των λόγων
στις ζωές μας και να προσπαθήσουμε να φανταστούμε άλλες δυνατότητες
διαχείρισης, άλλες δυνατότητες ζωής.
Αναδημοσιευμένο από την ιστοσελίδα:
http://www.qvzine.net/qv3/metafores.htm